- παρασεξουαλισμός
- οφαινόμενο που παρατηρείται σε ορισμένους μύκητες οι οποίοι δεν έχουν εγγενή αναπαραγωγή και κατά το οποίο η γενετική ανακατάταξη γίνεται κατά την μιτωτική και όχι κατά την μειωτική διαίρεση.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο συνθ., πρβλ. αγγλ. parasexuality < παρ(α)-* + σεξουαλισμός].
Dictionary of Greek. 2013.